Μετά από πολλές οχλήσεις – ερωτήσεις συναδέλφων στρατιωτικών αλλά και μελών του ΣΑΣΜΥ, όπου κατέχω την θέση του Γενικού Γραμματέα, για το πως υπολογίζονται οι συντάξιμες αποδοχές , αποφάσισα να μελετήσω εκτενέστερα το νομικό πλαίσιο που διέπει τον τρόπο υπολογισμού αυτών.
Αφού μελέτησα το ισχύον νομικό πλαίσιο διαπίστωσα ότι η προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών για την περίοδο από το 2025 και μετά θα υπολογίζεται σύμφωνα με τον Δείκτη Μεταβολής Μισθών, ο οποίος υπολογίζεται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. (Ελληνική Στατιστική Αρχή).
Με την παρούσα επιστολή θα ήθελα να κοινωνήσω σε όλους τους συναδέλφους τις διαπιστώσεις μου χωρίς αυτές να αποτελούν προτροπή για λήψη κάποιας απόφασης (είτε αίτηση για συνταξιοδότηση ή για παραμονή στην υπηρεσία).
Διαπιστώσεις:
Από το 2025 θα υπάρξουν αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα: Από την 1η Ιανουαρίου 2025 και μετά, θα εφαρμόζεται ένας νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων. Αντί να βασίζεται στον Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (που θα χρησιμοποιείται έως το 2024), θα λαμβάνει υπόψη τον Δείκτη Μεταβολής Μισθών, που αντικατοπτρίζει την εξέλιξη του μέσου μισθού στην οικονομία.
Ο Δείκτης Μεταβολής Μισθών θα παρουσιάζει την αύξηση του μέσου μισθού για το σύνολο της οικονομίας κάθε χρόνο από το 2002 και έπειτα.
Οι συντάξεις των ασφαλισμένων που αποχωρούν από την εργασία από την 1η Ιανουαρίου 2025 και μετά θα προσαρμόζονται κατά την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Μεταβολής Μισθών.
Κάτω από το σημερινό σύστημα υπολογισμού των συντάξεων, οι ασφαλισμένοι έχουν κέρδος όταν ο πληθωρισμός είναι υψηλός, καθώς οι συντάξεις αυξάνονται αναλόγως. Ωστόσο, με το νέο σύστημα υπολογισμού που θα τεθεί σε ισχύ από το 2025, οι αυξήσεις στις συντάξεις θα εξαρτώνται από την αύξηση των μισθών στην οικονομία. Συνεπώς, αν προβλέπεται ότι η χώρα θα έχει μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη και σημαντικές αυξήσεις στους μισθούς από το 2025 και μετά, αυτή η αύξηση στους μισθούς θα αντικατοπτρίζεται επίσης στις συντάξιμες αποδοχές.
Η σχετική διάταξη περιλαμβάνεται στο άρθρο 24 του νόμου 4670/2020 (νόμος Βρούτση), που τροποποίησε το άρθρο 8 του νόμου 4387/2016 (νόμος Κατρούγκαλου).Ακολουθεί παρακάτω το σχετικό άρθρο.
Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4670/2020
Τροποποίηση του άρθρου 8 του ν. 4387/2016
Στην παράγραφο 5 του άρθρου 8 του ν. 4387/2016 ο πίνακας των ποσοστών αναπλήρωσης αριθμείται σε πίνακα 1, αντικαθίσταται το εδάφιο πριν τον πίνακα 1, προστίθενται νέο εδάφιο και πίνακας 2 και το άρθρο 8 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 8
Ανταποδοτική σύνταξη
1. Οι υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, καθώς και οι στρατιωτικοί, οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δικαιούνται ανταποδοτικό μέρος σύνταξης, που προκύπτει με βάση τις συντάξιμες αποδοχές της παραγράφου 2, τον χρόνο ασφάλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 15 και τα κατ’ έτος ποσοστά αναπλήρωσης, όπως αυτά προκύπτουν από τον πίνακα ο οποίος ενσωματώνεται στην παράγραφο 5, σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων.
2. α. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών διά του συνολικού χρόνου ασφάλισής του. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου.
Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, προσαυξανόμενες σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4. Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης με τις προϋποθέσεις των διατάξεων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210), είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά, καθώς και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977 (Α’ 164) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύον κάθε φορά είτε με βάση τις διατάξεις του ν. 2084/1992 (Α’ 165), ως συντάξιμες αποδοχές επί των οποίων θα υπολογιστεί το ποσοστό αναπλήρωσης των τριάντα πέντε (35) ετών λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τη διάρκεια της συνολικής ασφάλισής του.
β. Για τον χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, κατόπιν καταβολής του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης.
3. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης των προσώπων των περιπτώσεων β’ και γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνεται υπόψη ο, σύμφωνα με την περίπτωση α’ της παραγράφου 2, μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών, όπως αυτές ισχύουν κατά περίπτωση με βάση τις διατάξεις της ίδιας παραγράφου, που προκύπτει από το ασφαλιστικό έτος 2002 και έως την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου ή λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού.
Αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την 1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου ή λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά έως πέντε (5) ετών ασφάλισης.
Για συντάξεις με έναρξη καταβολής από την 1.1.2021, αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον δέκα (10) ετών από την 1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου ή λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως δέκα (10) ετών ασφάλισης.
4.α. Η αναπροσαρμογή των συνταξίμων αποδοχών, για το διάστημα έως και το 2024, διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συνταξίμων αποδοχών για το διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.
β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Οικονομικών καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες και η διαδικασία της εφαρμογής του δείκτη μεταβολής μισθών της ΕΛΣΤΑΤ για την αναπροσαρμογή των συνταξίμων αποδοχών.
5. Το τελικό ποσό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης υπολογίζεται για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης, με βάση το ποσοστό αναπλήρωσης του κατωτέρω πίνακα, που προσαρτάται στο τέλος της παρούσας και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της. Το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης εντός εκάστης κλίμακας ετών, αντιστοιχεί στο ποσοστό που αναγράφεται στην τρίτη στήλη του πίνακα.
Έως 30.09.2019 τα ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα 1:
ΚΛΙΜΑΚΕΣ ΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ | ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ | |
ΑΠΟ | ΕΩΣ | |
0 | 15 | 0,77% |
15,01 | 18 | 0,84% |
18,01 | 21 | 0,90% |
21,01 | 24 | 0,96% |
24,01 | 27 | 1,03% |
27,01 | 30 | 1,21% |
30,01 | 33 | 1,98% |
33,01 | 36 | 2,50% |
36,01 | 40 | 2,55% |
40,01 και ΑΝΩ ΚΑΤ ΕΤΟΣ | 0,50% |
ΜΟΝΑΔΕΣΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ | ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ | |
ΑΠΟ | ΕΩΣ | |
0 | 15 | 0,77% |
15,01 | 18 | 0,84% |
18,01 | 21 | 0,90% |
21,01 | 24 | 0,96% |
24,01 | 27 | 1,03% |
27,01 | 30 | 1,21% |
30,01 | 33 | 1,42% |
33,01 | 36 | 1,59% |
36,01 | 39 | 1,80% |
39,01 | 42 και περισσότερα | 2,00% |
Από την 1.10.2019 τα ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα 2:
Το συνολικό ακαθάριστο ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης, όπως αυτό προκύπτει σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ακαθάριστο ποσό των συντάξιμων αποδοχών, όπως αυτές ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.
6. Πρόσωπα τα οποία είναι συνταξιούχοι των ενταχθέντων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων και κλάδων, κατά την ημερομηνία ένταξής τους στον Ε.Φ.Κ.Α., εφόσον οι συντάξεις τους είναι της αυτής αιτίας, δικαιούνται από τον Ε.Φ.Κ.Α. σύνταξη ίση με το άθροισμα των καταβαλλόμενων συντάξεων από τους ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς και κλάδους. Αν οι συντάξεις προέρχονται από διαφορετικές αιτίες, ο Ε.Φ.Κ.Α. εξακολουθεί να καταβάλλει αυτές χωριστά.
7. Η παράγραφος 2 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210) και της παραγράφου 5 του άρθρου 55, καθώς και κάθε άλλη διάταξη που παραπέμπει σε αυτές δεν έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα των περιπτώσεων β’ και γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6.»
Με εκτίμηση
Γεώργιος Κυλινδρής
Τχης(ΑΤΘ)
Γεν. Γραμματέας ΣΑΣΜΥ
Τηλ: 6937319540
Email: geokili@hotmail.com
Πηγή:
0 Σχόλια