Σε ηλικία 63 ετών ο εφοπλιστής Ιμάντ Ζέιν έβαλε τέλος στη ζωή του στο υπόγειο της πολυτελούς κατοικίας του στη Βούλα.
Σαν «βόμβα» έπεσε στην Αθηναϊκή κοινωνία η είδηση της αυτοκτονίας του 63χρονου εφοπλιστή Ιμάντ Ζέιν στη Βούλα.
Ο Ελληνολιβανέζος εφοπλιστής, ο οποίος ήταν και ένας από τους ιδιοκτήτες της γνωστής ναυτιλιακής εταιρείας Naftomar, το απόγευμα της Πέμπτης (2/11) κατέβηκε σε έναν ημιυπόγειο χώρο του πολυτελούς σπιτιού του, στη Βούλα, που χρησιμοποιείται ως γυμναστήριο.
Άφησε σημείωμα στη σύζυγό του, που βρισκόταν στον πάνω όροφο, ζητώντας της να τον συγχωρέσει. Στη συνέχεια έβαλε τέλος στη ζωή του, με μια καραμπίνα. Ο εφοπλιστής φέρεται να έγραψε μεταξύ άλλων: «Ξέχασέ με, δεν έχω να σου προσφέρω τίποτα. Συγχώρεσέ με γι' αυτό που θα κάνω».
Την Αστυνομία ειδοποίησαν η γυναίκα του και ο φρουρός του.
Ο 63χρονος
πυροβολήθηκε στον κορμό του σώματός του, ενώ περισσότερο φως θα ρίξει η ιατροδικαστική εξέταση. Ο εφοπλιστής είχε δύο ανήλικα παιδιά από το δεύτερο γάμο του. Αστυνομικές πηγές αναφέρουν ότι οι αστυνομικοί εντόπισαν σημείωμα από το οποίο προκύπτει ότι ο θάνατος οφείλεται -σύμφωνα τουλάχιστον με τις μέχρι στιγμής εκτιμήσεις- σε αυτοχειρία.
Την έρευνα έχει αναλάβει η Ασφάλεια που θα πάρει καταθέσεις από τους οικείους του, ενώ αναμένονται τα αποτελέσματα της ιατροδικαστικής εξέτασης. Η ναυτιλιακή εταιρία του εφοπλιστή είναι από τις μεγαλύτερες στη χώρα μας.
Από τις μεγαλύτερες εφοπλιστικές οικογένειες
Ο Ιμάντ Ζέιν, ένας από τους πλέον επιτυχημένους επιχειρηματίες στον χώρο της ναυτιλίας, δραστηριοποιήθηκε μέσω της εταιρείας
Νaftomar Shipping and Τrading Co, που ανήκει στην εφοπλιστική οικογένεια Ζέιν, στον Ιμάντ Ζέιν και στα αδέλφια του.
Από την ίδρυσή της στη Βηρυτό του Λιβάνου το 1972 ως εμπορικός οίκος, με επίκεντρο τη διανομή πετρελαιοειδών στην περιοχή της Μεσογείου, η NAFTOMAR αναδείχθηκε σε σημαντικό παίκτη στον τομέα του υγραερίου.
Λίγα χρόνια μετά την πρώτη της συναλλαγή το 1976, εκμεταλλευόμενη τις τεράστιες δυνατότητες της αγοράς υγραερίου, η εταιρεία άνοιξε γραφείο ναύλωσης και διαχείρισης πλοίων στον Πειραιά.
Ταυτόχρονα, άνοιξε γραφείο στο Παρίσι με την επωνυμία CHEMIGAZ SARL, συνεργαζόμενη με μεγάλες εταιρείες πετρελαιοειδών, ναυλομεσίτες και επεκτεινόμενη στην αγορά υγραερίου.
Το 1991, η διεύθυνση της επιχείρησης NAFTOMAR μεταφέρθηκε στη Βούλα, σε ένα μοντέρνο κτίριο.
Όπως αναφέρει η εταιρεία, «παρά τις πρώιμες εμπορικές δυσκολίες με ναυλωμένα πλοία, το 1977 η εμπορία υγραερίου και οι πλοιοκτήτες ενώθηκαν» και έγινε η απόκτηση του πρώτου πλοίου της εταιρείας με 4.000 m3 LPG/C Gaz Unity.
Αυτό ήταν το σημαντικό βήμα που άνοιξε τον δρόμο για την επέκταση της εταιρείας αποκλειστικά στη μεταφορά υγραερίου. Σταδικακά, προσέλαβε εξειδικευμένο προσωπικό και αύξησε την χωρητικότητα του στόλου.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990-1920, η Naftomar έκανε περισσότερες από 4.000 συναλλαγές, μεταφέροντας πάνω από 10 εκατομμύρια τόνους αερίου.
Πρωτοστάτησε στην ανάπτυξη πολύ μεγάλων δραστηριοτήτων μεταφοράς αερίου (VLGC) στην Άπω Ανατολή. Ο έλεγχος ενός σημαντικού αριθμού αυτών των πλοίων την έκανε έκτοτε να αναγνωριστεί ως ένας από τους μεγαλύτερους ανεξάρτητους φορείς εκμετάλλευσης πλοίων στην περιοχή.
Η Naftomar, επίσης, έχει επεκταθεί στην εμπορία πετροχημικών αερίων, συμπεριλαμβανομένου του αιθυλενίου, του προπυλενίου και του αργού C4. Αυτή η κίνηση ενίσχυσε περαιτέρω τις σχέσεις της με τις εξειδικευμένες βιομηχανίες.
Ο στόλος της εταιρείας έφτασε να αριθμεί 19 πλοία μεταφοράς LPG.
Εκτός από τις πρωτοποριακές εισαγωγές στο Πακιστάν και τη Συρία, συνέβαλε στην ενθάρρυνση των εισαγωγών LPG στην Κίνα. Στα μέσα της δεκαετίας του '90, η NAFTOMAR λειτούργησε με τρεις πλωτές εγκαταστάσεις αποθήκευσης στην ηπειρωτική χώρα, αντιπροσωπεύοντας έτσι ένα σημαντικό ποσοστό όλων των εισαγωγών υγραερίου στη χώρα.
Πηγή:
www.ieidiseis.gr
0 Σχόλια